intransigencia - ορισμός. Τι είναι το intransigencia
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι intransigencia - ορισμός

Movimiento de Intransigencia y Renovacion

intransigencia      
intransigencia f. Cualidad o actitud de intransigente.
intransigencia      
sust. fem.
Condición del que no transige con lo que es contrario a sus gustos hábitos, etc.
intransigencia      

Βικιπαίδεια

Movimiento de Intransigencia y Renovación

El Movimiento de Intransigencia y Renovación (MIR) fue una agrupación política interna de la Unión Cívica Radical de la Argentina, creada en 1945, que se caracterizó por desarrollar un pensamiento político de centro-izquierda, fundado en una reinterpretación del nacionalismo de Hipólito Yrigoyen. Sus integrantes se identificaron con la intransigencia política que caracterizó tanto el accionar de Leandro Alem como de Hipólito Yrigoyen, y se llamaron a sí mismos intransigentes.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για intransigencia
1. Reclaman aumentos de salario y denuncian "intransigencia" de las empresas.
2. Según los suyos, eso es firmeza; para los contrarios, intransigencia.
3. "Todo el mundo en Palestina quiere un cambio islámico, pero no acepta la intransigencia", argumenta.
4. Defendió con intransigencia y hasta con cierto aire altanero su decisión de renunciar a la banca.
5. Aunque preferirían el PP del aznariato con su apuesta por la intransigencia.
Τι είναι intransigencia - ορισμός